Πόσα μπορεί να κρύβει η σιωπή;
Υπάρχουν στιγμές που δεν καταγράφονται με λέξεις, αλλά με βλέμματα χαμηλωμένα, με φωνές που τρέμουν, με σώματα που μαθαίνουν να ζουν διπλωμένα. Στιγμές που δεν τις αγγίζει ο νόμος, δεν τις διαπερνά το φως - και όμως είναι εκεί, μέσα στα σπίτια μας. Ίσως και μέσα στα δικά μας.
Η πρόσφατη ομολογία της Αναστασίας Μουρτζο
ύκου -ανεξάρτητα από την εξέλιξη της δικαστικής διερεύνησης- δεν είναι απλώς μια ακόμη υπόθεση εγκληματικής συμπεριφοράς. Είναι ένας καθρέφτης. Στην αντανάκλασή του, βλέπουμε κάτι που δεν ανήκει μόνο σε αυτήν, ούτε μόνο στο συγκεκριμένο έγκλημα. Βλέπουμε την αποσιώπηση. Τη συνήθεια. Την ανοχή που γίνεται κανονικότητα.
Η οικογενειακή βία δεν είναι φαινόμενο της επικαιρότητας· είναι φαινόμενο της σιωπής. Είναι εκεί όπου η αγάπη γίνεται φόβος, όπου η προστασία μετατρέπεται σε έλεγχο, και όπου η συνύπαρξη καταλήγει εγκλωβισμός. Πίσω από το κλείσιμο μιας πόρτας μπορεί να κρύβεται μια τραγωδία σε αργή κίνηση.
Πόσες γυναίκες μεγαλώνουν μέσα σε οικογένειες που μαθαίνουν ότι «τα εν οίκω μη εν δήμω»; Πόσοι νέοι άνθρωποι διαπαιδαγωγούνται στη σιωπηλή συναίνεση, στην ανοχή απέναντι στο λεκτικό ή σωματικό τραύμα, στην ιδέα ότι “έτσι είναι οι σχέσεις”; Πόσες φορές η κοινωνία κοιτάζει αλλού, γιατί το να κοιτάξεις κατευθείαν τον πόνο είναι ανυπόφορο;
Δεν είναι όλες οι περιπτώσεις ίδιες. Δεν προκύπτουν όλες οι πράξεις από ένα κοινό μοτίβο. Όμως το έδαφος που τις γεννά συχνά είναι κοινό: η έλλειψη ορίων, η έλλειψη φωνής, η απουσία στήριξης. Και η κοινωνική συνθήκη που επιμένει να ζητά από τα θύματα να αποδεικνύουν την αθωότητά τους, ενώ στους θύτες αναγνωρίζεται -σχεδόν αυτόματα- το τεκμήριο της “αδυναμίας”, του “παραστρατήματος”, της “στιγμής”.
Μια κοινωνία δεν κρίνεται από την αυστηρότητά της απέναντι στους ενόχους, αλλά από τη φροντίδα της προς τους αθέατους. Κι οι αθέατοι είναι πολλοί. Είναι οι γυναίκες που διστάζουν να μιλήσουν. Είναι τα παιδιά που μεγαλώνουν με την κανονικότητα του τρόμου. Είναι οι γείτονες που “δεν θέλουν να μπλέξουν”. Είναι οι συγγενείς που “δεν ξέρουν όλη την ιστορία”. Είναι όλοι όσοι -από φόβο, ντροπή ή αδράνεια- επιλέγουν τη σιωπή.
Ίσως δεν μπορούμε να αλλάξουμε ό,τι ήδη έγινε. Δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω σε εκείνη τη σιωπή που ξέραμε και να την ξαναγράψουμε. Αλλά μπορούμε να αλλάξουμε ό,τι ακολουθεί. Μπορούμε να επιλέξουμε αν θα συνεχίσουμε να ακούμε τις κραυγές μόνο όταν γίνονται είδηση, ή αν θα μάθουμε να ακούμε τα ψιθυρίσματα πριν γίνουν φωνές απελπισίας.
Η βία δεν αρχίζει πάντα με φωνές. Πολλές φορές ξεκινά με σιωπή. Και αν συνεχίσουμε να προσπερνάμε εκείνη τη σιωπή σαν κάτι συνηθισμένο, τότε ίσως μια μέρα δεν θα σοκαριζόμαστε πια ούτε από τον θόρυβο.
Το ερώτημα είναι απλό, αλλά αναπόφευκτο:
Θα είμαστε από εκείνους που στέκονται δίπλα - ή από εκείνους που απλώς δεν κοιτούν;
ΠΗΓΗ ΕΙΚΟΝΑΣ in.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου