ΠΟΔΗΛΑΤΕΣ
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ Ι. ΒΑΤΟΥΣΙΟΥ
Όταν σήκωσα τα μάτια
απ’ το τασάκι
ήταν πια πολύ αργά.
(ίσα που πρόλαβα ν’ ακουμπήσω το φρένο).
Ο ποδηλάτης κολυμπούσε
στην άσφαλτο
κι ούτε δύο απλωτές
δεν με χώριζαν από κοντά του.
Βρεθήκαμε να κολυμπάμε μαζί.
Σ’ ένα δρόμο που κανείς δεν ήξερε
- εμένα με φόβιζε λιγάκι –
ρίχνοντας κλεφτές ματιές
ο ένας στον άλλον
για τη χαρά της διαδρομής.
Ξύπνησα αλαφιασμένος.
Έτρεξα στην αποθήκη
πήρα το ποδήλατο του χαμένου μου παιδιού και το χάρισα.
ΠΙΝΑΚΑΣ: George Frederic Watts, Ελπίδα. 1886.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου